Σελίδες

Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

“Να έχεις τα μάτια της ψυχής σου ανοιχτά, να επιμένεις να αγαπάς τη ζωή και να φροντίζεις να μη την μολύνεις με το πέρασμα σου”

Επειδή ειναι σημείο των καιρών να περισσευουν οι συγγραφείς και να λιγοστεύουν οι αναγνώστες ακολουθεί μια πρόχειρη σταχυολόγηση απόψεων και αναμνήσεων απο συνεντευξεις του Νικου Παπάζογλου που σίγουρα αξιζε να ακουστουν λιγο παραπάνω...
Ισως ακουσουμε οταν σταματήσουμε να φωναζουμε..

-Για τα παιδικά χρονια και τα προτυπά του

Είχα εξαιρετικά παιδικά χρόνια. Μεγάλωσα σε μια γειτονιά που ήταν καταπληκτική, ανάμεσα στη στάση Κολόμβου και στο διοικητήριο, με αλάνες γύρω γύρω, με άλογα -αφού όλες οι μεταφορές γίνονταν με κάρα- κι έτρεχα και έπαιζα με μια φέτα ψωμί όλη μέρα, να… οικειοποιηθώ τον κόσμο. Φυσικά έπαιζα και μπάλα. Πρέπει κάποια στιγμή να είχα παίξει και με τον Κούδα.

-Για τον τρόπο τραγουδιου

ο λυγμός και το τραγουδιστικό μου ιδίωμα, προέρχεται μόνον από το στενό μου οικογενειακό κύκλο, γιατί δεν είχα πρότυπα τραγουδίσματος, παρά τη μάνα μου, τον πατέρα μου, το νονό μου και στις οικογενειακές συνάξεις, ονομαστικές γιορτές κλπ. τους άκουγα να τραγουδούν, έβλεπα τι μαγικό συνέβαινε σε όσους τους άκουγαν και νομίζω πως υποσυνείδητα βάλθηκα να το διαιωνίσω κι’ εγώ αυτό και άρχισα να τραγουδάω με ότι φωνή διέθετα και με ότι εφόδια πήρα από αυτόν τον πολύ στενό οικογενειακό κύκλο
Για το ρόκ

-Η ηλεκτρική κιθάρα για μένα, έχει τη φόρτιση διαμαρτυρίας των χρόνων που σακατεύονταν τα παιδιά στους βάλτους του Βιετνάμ, ή σφάζονταν στη Λωρίδα της Γάζας και όλοι που μεγαλώναμε τότε, καταπιεζόμασταν. Ο ένας έκανε βόμβα 15 μεγατόνων, ο άλλος 150, ψυχρός πόλεμος, κυνηγητό, χαφιεδισμός, δηλαδή η αντίδραση σε όλο αυτό το πράγμα γέννησε το ροκ σαν ανατρεπτική διάθεση που εξακολουθούμε και έχουμε. 
-Τι είναι το “μικτό και νόμιμο μουσικό είδος”;

-Είναι ρήση του Σολωμού αυτή. Ο Σολωμός ξέρεις ήταν Ιταλοτραφής. Η κουλτούρα του όλη ήταν Ιταλική. Στην Ελλάδα δεν είχε πατήσει το πόδι του ποτέ. Καθόταν στη Ζάκυνθο και έπινε και έκλαιγε καθώς άκουγε τις κανονιές στο Μεσολόγγι. Για την ανανέωση της Ελληνικής λογοτεχνίας, μια και ο ίδιος ήξερε ότι φέρνει στοιχεία από άλλες κουλτούρες, γράφοντας ένα γράμμα στο φίλο του τον Τζώρτζη, είπε ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι δεν είναι βλαβερό για την Ελληνική λογοτεχνία να εισάγουμε φόρμες και πράματα από άλλες κουλτούρες. Ίσα-ίσα που θα την βοηθήσουμε. 
-Για τα χρήματα που περισσεύουν,

-Επειδή νοικιάζουμε τους χώρους στους οποίους κάνουμε συναυλίες και σε πολλά μέρη δεν είναι συνηθισμένοι να εισπράττουν, βρίσκονται μπροστά σε ένα πρόβλημα. Δηλαδή μου λένε: “Πώς θα εισπράξουμε αυτά τα χρήματα; Εμείς έχουμε μάθει να πληρώνουμε για να γίνονται συναυλίες. Τι θα τα κάνουμε τώρα αυτά;” Ε τους λέω: “Πάρτε βιβλία. Τι, τι θα τα κάνουμε; Πάρτε κάποιον να φτιάξει τα μερεμέτια στο θεατράκι σας.” Εκεί πάει αυτό. Εγώ δίνω 15% από τις εισπράξεις, στον χώρο που μας φιλοξενεί, για την καθαριότητά του, για τον ηλεκτρολόγο, για το ένα και το άλλο και να μείνει κάτι και στον τόπο. 
-Για την μουσική σχολή Θεσσαλονικης

Αυτά τα παιδιά, που λες, ήταν όλοι συνεργάτες μου και όσο μπορούσα τα βοήθησα. Από εκεί και πέρα αυτονομήθηκαν και είχαν την πορεία τους. Πάντως ας μην είμαστε και αγνώμονες… γέμισαν τον τόπο ωραία τραγούδια. Δε θέλουμε τίποτε άλλο ένα τραγούδι καλό ας βγάλει καθένας από εμάς και εμείς να ‘μαστε καλά. Όπως έλεγε και ο Μάο «ο καθένας από εμάς ας φυτέψει ένα δέντρο, να κάνει έναν εξαιρετικό έρωτα και να αφήσει ένα τραγούδι».

-Για την παγκοσμιοποίηση της μουσικής

Αυτά είναι χαζομάρες. Η μουσική είναι μία, αλλά η ελληνική μουσική είναι διαφορετική από τη μουσική των Αιγυπτίων ή των Περσών ή των Αγγλοσαξόνων. Τι πάει να πει «παγκοσμιοποίηση»; Αφήστε να ανθίσουν χίλια λουλούδια. Πάλι με φράσεις του Μάο θα τα πω. Αυτά είναι τερτίπια αυτών που εμπορεύονται τη μουσική και προσπαθούν να σε πείσουν ότι «όλα ίδια είναι μωρέ και μην την ψάχνεις». Δεν είναι έτσι. Εγώ που φροντίζω τον κήπο μου ξέρω πως δε μπορείς να πάρεις μια μπάμια από εδώ και να πας να τη φυτέψεις εκεί, γιατί θα βγει ένα τέρας.

-Για τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης

Δε βασίστηκα ποτέ σε αυτά. Το μόνο που κάνουν είναι να συνεχίζουν τον κύκλο της αθλιοσύνης. Όταν πρωτοάρχισα το ’78 να κάνω μια παρέα και να γυρνάω να διαλαλώ την πραμάτεια μου δεν είχε παιχτεί κανένα τραγούδι μου στο ραδιόφωνο. Οι δίσκοι «Η εκδίκηση της γυφτιάς», «Τα δήθεν» «Το χαράτσι» δεν παιζόντουσαν στα ραδιόφωνα. Και ούτε σήμερα παίζονται παρ’ όλο που τα ραδιόφωνα γινήκαν χιλιάδες. Έχουν σχεδόν πέσει στην παγίδα που λένε αυτά τα τσινάρια με τα αγγλικά του Στρατηγάκη πως ένα τραγούδι πρέπει να είναι «radio friendly». Όλα ίδια. Εγώ δεν είμαι σε αυτό το παιχνίδι και έτσι δεν είχα ποτέ ευνοϊκή μεταχείριση.

-Για τους χορηγους και τις διαφημίσεις

Εγώ δεν το κάνω λοιπόν! Φαντάζεσαι δηλαδή το Μάρκο Βαμβακάρη να παίζει με την μπύρα τάδε πάνω από το κεφάλι του ως χορηγό; Όσο μπορούμε θα παίζουμε, αλλιώς θα βουβαθούμε. Όπως γίνεται και με τα μαγαζιά που λέγαμε πριν που θέλουν τον κόσμο να αποχαυνώνεται. Πάρε για παράδειγμα τη Θεσσαλονίκη, μια πόλη με εβδομήντα χιλιάδες ανήσυχους φοιτητές, που τη βγάζουν μέσα σε τούτες τις άθλιες καφετέριες με τη μουσική που σχεδιάστηκε για πλύση εγκεφάλου το ’55 και τώρα σε κάνει βλάκα και νερουλιάζει το μυαλό σου.

- Εσύ όταν νιώθεις ότι κινδυνεύεις τι κάνεις;

Και εγώ σε πολύ βασικά πράγματα τρέχω. Αυτήν την ταμπελίτσα που έχουμε εδώ τη ξήλωσα από ένα φυλάκιο στον Άγιο Κασσιανό στη Λευκωσία, ένα μέρος όπου πολλοί σκοτώθηκαν κοντά στην πράσινη γραμμή. Τη βρήκα εκεί όταν εκκενώθηκε το φυλάκιο και μπήκαν οι του ΟΗΕ. Είχα προσέξει ότι παρά το γεγονός ότι είχαν ασυρμάτους, τηλέφωνα και διάφορα μηχανήματα ο σκοπός για να ειδοποιήσει ότι κινδυνεύει είχαν ένα κλάξον ποδηλάτου, το οποίο έπρεπε να ενεργοποιήσει με το χέρι. Το επόμενη που είχες να κάνεις ήταν να φωνάξεις με το στόμα σου. Μου είχε κάνει λοιπόν εντύπωση πως σε μια τόσο δύσκολη κατάσταση δεν χρησιμοποιούσαν άλλο τρόπο. Στα δύσκολα δηλαδή επιστρέφανε στα βασικά. Αυτό κάνω και εγώ. Γυρνάω στα πολύ βασικά, εκεί που πατάς γερά. Για να κάνεις ένα άλμα πρέπει να έχεις χώμα από κάτω, στην άμμο όσο και να σαλτάρεις την ενέργεια σου την τρώει η άμμος… 

Υπάρχει ελπίδα;

Ναι, υπάρχει. Εγώ τη βρήκα αυτήν την κοινωνία, τους φίλους σε ένα νησάκι του Αιγαίου, στη Νίσυρο. Μου έδωσαν ένα σπιτάκι που αναπαλαίωσα και ακόμη και το «Αγροτικόν», τα μηχανήματα τα πιο καινούρια θα μεταφερθούν εκεί. Θα φτιάξουμε δηλαδή το «Νησιωτικόν!». Υπάρχει ακόμη ελπίδα για τα νέα παιδιά, πράγμα που δεν τους το διδάσκει ο περίγυρος και τα περιοδικά του life –style. Όπως το «στιλ είναι εχθρός της τέχνης» το life – style είναι εχθρός της ζωής

-Είσαι ΠΑΟΚ Νίκο;

ΠΑΟΚ βέβαια.


Παναγιώτης Κανελλόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου